1
For the director of music. To the tune of “Lilies.” Of the Sons of Korah. A maskil. A wedding song.
εις το τελος υπερ των αλλοιωθησομενων τοις υιοις κορε εις συνεσιν ωδη υπερ του αγαπητου εξηρευξατο η καρδια μου λογον αγαθον λεγω εγω τα εργα μου τω βασιλει η γλωσσα μου καλαμος γραμματεως οξυγραφου
ַמְנַצֵּ֣חַ עַל־שֹׁ֭שַׁנִּים לִבְנֵי־קֹ֑רַח מַ֝שְׂכִּ֗יל שִׁ֣יר יְדִידֹֽת׃
My heart is composing a good matter: I speak of the things which I have made concerning the king: my tongue is the pen of a ready writer.
2 ωραιος καλλει παρα τους υιους των ανθρωπων εξεχυθη χαρις εν χειλεσιν σου δια τουτο ευλογησεν σε ο θεος εις τον αιωνα
ָ֘חַ֤שׁ לִבִּ֨י ׀ דָּ֘בָ֤ר ט֗וֹב אֹמֵ֣ר אָ֭נִי מַעֲשַׂ֣י לְמֶ֑לֶךְ לְ֝שׁוֹנִ֗י עֵ֤ט ׀ סוֹפֵ֬ר מָהִֽיר׃
You are fairer than the children of men: grace is poured into your lips: therefore God has blessed you for ever.
3 περιζωσαι την ρομφαιαν σου επι τον μηρον σου δυνατε τη ωραιοτητι σου και τω καλλει σου
ָפְיָפִ֡יתָ מִבְּנֵ֬י אָדָ֗ם ה֣וּצַק חֵ֭ן בְּשְׂפְתוֹתֶ֑יךָ עַל־כֵּ֤ן בֵּֽרַכְךָ֖ אֱלֹהִ֣ים לְעוֹלָֽם׃
Gird your sword upon your thigh, O most mighty, with your glory and your majesty.
4 και εντεινον και κατευοδου και βασιλευε ενεκεν αληθειας και πραυτητος και δικαιοσυνης και οδηγησει σε θαυμαστως η δεξια σου
ֲגֽוֹר־חַרְבְּךָ֣ עַל־יָרֵ֣ךְ גִּבּ֑וֹר ה֝וֹדְךָ֗ וַהֲדָרֶֽךָ׃
And in your majesty ride prosperously because of truth and meekness and righteousness; and your right hand shall teach you terrible things.
5 τα βελη σου ηκονημενα δυνατε λαοι υποκατω σου πεσουνται εν καρδια των εχθρων του βασιλεως
ַהֲדָ֬רְךָ֨ ׀ צְלַ֬ח רְכַ֗ב עַֽל־דְּבַר־אֱ֭מֶת וְעַנְוָה־צֶ֑דֶק וְתוֹרְךָ֖ נוֹרָא֣וֹת יְמִינֶֽךָ׃
Yours arrows are sharp in the heart of the king's enemies; whereby the people fall under you.
6 ο θρονος σου ο θεος εις τον αιωνα του αιωνος ραβδος ευθυτητος η ραβδος της βασιλειας σου
ִצֶּ֗יךָ שְׁנ֫וּנִ֥ים עַ֭מִּים תַּחְתֶּ֣יךָ יִפְּל֑וּ בְּ֝לֵ֗ב אוֹיְבֵ֥י הַמֶּֽלֶךְ׃
Your throne, O God, is for ever and ever: the sceptre of your kingdom is a right sceptre.
7 ηγαπησας δικαιοσυνην και εμισησας ανομιαν δια τουτο εχρισεν σε ο θεος ο θεος σου ελαιον αγαλλιασεως παρα τους μετοχους σου
ִּסְאֲךָ֣ אֱ֭לֹהִים עוֹלָ֣ם וָעֶ֑ד שֵׁ֥בֶט מִ֝ישֹׁ֗ר שֵׁ֣בֶט מַלְכוּתֶֽךָ׃
You love righteousness, and hate wickedness: therefore God, your God, has anointed you with the oil of gladness above your fellows.
8 σμυρνα και στακτη και κασια απο των ιματιων σου απο βαρεων ελεφαντινων εξ ων ηυφραναν σε
ָהַ֣בְתָּ צֶּדֶק֮ וַתִּשְׂנָ֫א רֶ֥שַׁע עַל־כֵּ֤ן ׀ מְשָׁחֲךָ֡ אֱלֹהִ֣ים אֱ֭לֹהֶיךָ שֶׁ֥מֶן שָׂשׂ֗וֹן מֵֽחֲבֵרֶֽיךָ׃
All your garments smell of myrrh, and aloes, and cassia, out of the ivory palaces, whereby they have made you glad.
9 θυγατερες βασιλεων εν τη τιμη σου παρεστη η βασιλισσα εκ δεξιων σου εν ιματισμω διαχρυσω περιβεβλημενη πεποικιλμενη
ֹר־וַאֲהָל֣וֹת קְ֭צִיעוֹת כָּל־בִּגְדֹתֶ֑יךָ מִֽן־הֵ֥יכְלֵי שֵׁ֝֗ן מִנִּ֥י שִׂמְּחֽוּךָ׃
Kings' daughters were among your honourable women: upon your right hand did stand the queen in gold of Ophir.
10 ακουσον θυγατερ και ιδε και κλινον το ους σου και επιλαθου του λαου σου και του οικου του πατρος σου
ְּנ֣וֹת מְ֭לָכִים בְּיִקְּרוֹתֶ֑יךָ נִצְּבָ֥ה שֵׁגַ֥ל לִֽ֝ימִינְךָ֗ בְּכֶ֣תֶם אוֹפִֽיר׃
Hearken, O daughter, and consider, and incline yours ear; forget also yours own people, and your father's house;
11 οτι επεθυμησεν ο βασιλευς του καλλους σου οτι αυτος εστιν ο κυριος σου
ִׁמְעִי־בַ֣ת וּ֭רְאִי וְהַטִּ֣י אָזְנֵ֑ךְ וְשִׁכְחִ֥י עַ֝מֵּ֗ךְ וּבֵ֥ית אָבִֽיךְ׃
So shall the king greatly desire your beauty: for he is your Lord; and worship you him.
12 και προσκυνησουσιν αυτω θυγατερες τυρου εν δωροις το προσωπον σου λιτανευσουσιν οι πλουσιοι του λαου
ְיִתְאָ֣ו הַמֶּ֣לֶךְ יָפְיֵ֑ךְ כִּי־ה֥וּא אֲ֝דֹנַ֗יִךְ וְהִשְׁתַּֽחֲוִי־לֽוֹ׃
And the daughter of Tyre shall be there with a gift; even the rich among the people shall implore your favour.
13 πασα η δοξα αυτης θυγατρος βασιλεως εσωθεν εν κροσσωτοις χρυσοις περιβεβλημενη πεποικιλμενη
ּבַֽת־צֹ֨ר ׀ בְּ֭מִנְחָה פָּנַ֥יִךְ יְחַלּ֗וּ עֲשִׁ֣ירֵי עָֽם׃
The king's daughter is all glorious within: her clothing is of wrought gold.
14 απενεχθησονται τω βασιλει παρθενοι οπισω αυτης αι πλησιον αυτης απενεχθησονται σοι
ָּל־כְּבוּדָּ֣ה בַת־מֶ֣לֶךְ פְּנִ֑ימָה מִֽמִּשְׁבְּצ֖וֹת זָהָ֣ב לְבוּשָֽׁהּ׃
She shall be brought unto the king in raiment of needlework: the virgins her companions that follow her shall be brought unto you.
15 απενεχθησονται εν ευφροσυνη και αγαλλιασει αχθησονται εις ναον βασιλεως
ִרְקָמוֹת֮ תּוּבַ֪ל לַ֫מֶּ֥לֶךְ בְּתוּל֣וֹת אַ֭חֲרֶיהָ רֵעוֹתֶ֑יהָ מ֖וּבָא֣וֹת לָֽךְ׃
With gladness and rejoicing shall they be brought: they shall enter into the king's palace.
16 αντι των πατερων σου εγενηθησαν σοι υιοι καταστησεις αυτους αρχοντας επι πασαν την γην
ּ֭וּבַלְנָה בִּשְׂמָחֹ֣ת וָגִ֑יל תְּ֝בֹאֶ֗ינָה בְּהֵ֣יכַל מֶֽלֶךְ׃
Instead of your fathers shall be your children, whom you may make princes in all the earth.
17 μνησθησονται του ονοματος σου εν παση γενεα και γενεα δια τουτο λαοι εξομολογησονται σοι εις τον αιωνα και εις τον αιωνα του αιωνος
ַּ֣חַת אֲ֭בֹתֶיךָ יִהְי֣וּ בָנֶ֑יךָ תְּשִׁיתֵ֥מוֹ לְ֝שָׂרִ֗ים בְּכָל־הָאָֽרֶץ׃
I will make your name to be remembered in all generations: therefore shall the people praise you for ever and ever.